❱❱ Ο Γιώργος Κοινούσης αποκαλύπτει στην «Espresso» γιατί αποφάσισε να αφήσει τη δόξα και τα πλούτη
❱❱ Tα παιδικά χρόνια, το πρώτο πάλκο που ανέβηκε στο Πέραμα και η μεγάλη πίστη στον Θεό Από τη
ΤΕΡΙΑΝΝΑ ΠΑΠΠΑ
Συνθέτης, ερμηνευτής και οργανοπαίκτης με σπουδαίες επιτυχίες στο ενεργητικό του, που τραγουδήσαμε και τραγουδάμε ακόμα, ο Γιώργος Κοινούσης ανοίγει την καρδιά του στην «Espresso».
Ο τραγουδιστής αποκαλύπτει γιατί στο απόγειο της καριέρας του τόλμησε να αφήσει τη δόξα και τα πλούτη και να ζήσει απομονωμένος στο κτήμα του στο Λαγονήσι, αλλά και πώς η Παναγία του έσωσε, πριν από χρόνια, τη ζωή!
Τι θυμάστε από τα παιδικά σας χρόνια;
Γεννήθηκα στο Βροντάδο της Χίου. Σε ηλικία 5 χρόνων ήρθα στην Αθήνα με τους γονείς μου, τον Κωνσταντίνο και τη Μαρία. Θυμάμαι ότι το καΐκι που μας μετέφερε έπεσε σε μεγάλη θαλασσοταραχή και κοντέψαμε να πνιγούμε, από θαύμα σωθήκαμε! Μείναμε στο Χατζηκυριάκειο, σε μια μάντρα με τέσσερα δωμάτια. Ο πατέρας μου έγραφε τα γεγονότα της εποχής σε στίχους. Εν έτει 1947 βγάζαμε βιβλιαράκια και τα πουλούσαμε στις γειτονιές.
Τι θυμάστε έντονα από εκείνα τα χρόνια;
Για να μπει φασολάδα στο σπίτι, δουλεύαμε και τα αγόρια. Γινόμασταν παραγιοί, δηλαδή πηγαίναμε δίπλα σε τεχνίτες γιατί δεν υπήρχαν σχολές, και μαθαίναμε την τέχνη. Εγώ εκείνη την εποχή, για να βοηθήσω τον πατέρα μου, πούλαγα τσιγάρα, ήμουν λουστράκος και πολλά άλλα. Δεν είχαμε κόμπλεξ, ούτε στενοχωριόμασταν για τις δουλειές που κάναμε. Το παίρναμε στην πλάκα. Ο πατέρας μου ήθελε να γίνω μουσικός, ενώ εγώ ποδοσφαιριστής. Τελικά πέρασε του πατέρα μου.
Ποια ήταν τα πρώτα σας ερεθίσματα στη μουσική;
Οι στίχοι που έγραφε ο πατέρας μου και το γραμμόφωνο που αγόρασε κάποια στιγμή. Με αυτό παρέα βγάζαμε δίσκο και μαζεύαμε χρήματα. Το καλύτερο μέρος ήταν μια ταβέρνα στον Πειραιά, όπου σύχναζαν κάποιοι γλεντζέδες από τη Μύκονο. Αργότερα, με την εμφάνιση του πικάπ, δεν ξαναβγήκαμε στη γύρα κι έκανα άλλες δουλειές για να βιοπορίζομαι. Παράλληλα ο πατέρας μου, που είχε απωθημένο με τη μουσική, με πήγε σε έναν τυφλό Μυκονιάτη δάσκαλο μουσικό, ονόματι Τάσο Πολυκανδριώτη. Δίπλα του άρχισα να μαθαίνω κιθάρα, με πολύ γρήγορους ρυθμούς, κι αυτός, θυμάμαι, με αποκαλούσε το παιδί-θαύμα!
Πότε βγάλατε το πρώτο μεροκάματό σας ως μουσικός;
Σε ηλικία δέκα χρόνων, παίζοντας ακομπανιαμέντα στην κιθάρα με ένα συγκρότημα πίσω από τον κινηματογράφο Σπλέντιτ στο Πασαλιμάνι. Υστερα έμαθα να παίζω και ακορντεόν. Το πρώτο πάλκο στο οποίο ανέβηκα ήταν στου Παπαδημητρόπουλου στο Πέραμα. Στη συνέχεια, μέσω ενός μπουζουξή, του Μπατάγια, βρέθηκα με τον Μπιθικώτση στη Φωλιά της Κοκκινιάς. Κάποια στιγμή οι δυο τους τσακώθηκαν και ο Μπατάγιας έφυγε, αλλά εγώ παρέμεινα δίπλα στον Γρηγόρη.
Τι κάνατε με τα πρώτα χρήματα που κερδίσατε ως τραγουδιστής πλέον;
Μέναμε σε μια παράγκα στο Πέραμα, την οποία είχε αγοράσει ο πατέρας μου με το εφάπαξ του ως ναυτικός. Πολλές φορές, όταν φυσούσε, την έπαιρνε ο αέρας και φωνάζαμε τους γείτονες και την έστηναν ξανά. Οπότε, όταν άρχισα να γίνομαι γνωστός, το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να φτιάξω ένα σπίτι με τούβλα για τους δικούς μου.
Η συνέχεια είναι γνωστή: νυχτερινά μαγαζιά, σπουδαίες συνεργασίες, δημοσιότητα. Κι ενώ ήσασταν στο απόγειο της καριέρας σας, τα παρατήσατε όλα…
Επαναστάτησα. Ενα βράδυ πήρα τη μεγάλη απόφαση να απομακρυνθώ από αυτήν τη δουλεία της δόξας. Αν συνέχιζα, δεν ξέρω ποια θα ήταν η διαδρομή μου. Εφυγα γιατί άρχισα να γίνομαι επαγγελματίας και κοιτούσα το μεροκάματο. Αρχισα να πωρώνομαι και έχασα αυτό τον αυθορμητισμό μου να θέλω να τραγουδήσω. Ο δικός μου τρόπος ζωής είναι κοντά στη φύση, στα ζώα, στην οικογένεια. Ο άνθρωπος πρέπει να βλέπει τον ήλιο και τα χρώματα με καθαρή ματιά. Κατάλαβα ότι και μέσα σε παλάτια να ζεις, αν δεν υπάρχουν ο Χριστός και η αγάπη μέσα μας, μοιάζει σαν να ζεις στο τίποτα.
Διαβάστε παρακάτω τη συνέχεια:
Γιατί κρατήσατε την ιδιωτική σας ζωή μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας;
Πρώτον, δεν πίστεψα ποτέ ότι είμαι σταρ και πάντα προσπαθούσα να γίνομαι καλύτερος άνθρωπος. Μπορούσα να καθίσω στο Σύνταγμα να φάω το μήλο μου κι ας με σήκωναν στα χέρια, κι ας μου φιλούσαν τα πόδια. Δεύτερον, κράτησα την οικογένειά μου και τους φίλους μου κοντά μου. Ανοιξα την καρδιά μου και έβαλα τον Ιησού Χριστό και στις δυσκολίες λέω «γενηθήτω το θέλημά σου». Οι φωτογράφοι εκείνη την εποχή έρχονταν στα κέντρα κι εγώ ντρεπόμουν.
Πιστεύετε πολύ στον Θεό… Εχετε νιώσει το άγγιγμά Του;
Ο Θεός είναι η πνοή, η πίστη είναι ευλογία. Ο άνθρωπος πρέπει να πιστεύει στον Θεό. Ενα από τα πιο μεγάλα θαύματα που έχω ζήσει είναι όταν επισκέφθηκα για δεύτερη φορά την Παναγία της Τήνου – η πρώτη ήταν όταν είχα παντρευτεί. Εκείνη την εποχή δούλευα στο Κεντρί με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου και τον Σάκη Μπουλά και πήγα να προσκυνήσω. Δεν πρόλαβα να γυρίσω στο σπίτι και να κοιμηθώ, έστω για λίγο, και πήγα κατευθείαν στο μαγαζί. Οταν τελείωσα από το κέντρο, έφυγα για το Λαγονήσι νυσταγμένος και μετά τη Βάρκιζα, σε μια στροφή, με πήρε ο ύπνος πάνω στο τιμόνι και πήγαινα πάνω σε μια κολόνα και από κάτω γκρεμός. Τότε είδα την Παναγία, με ξύπνησε και έστριψα το τιμόνι. Υστερα από 3-4 μέρες πήγα στο σημείο και έφτιαξα ένα εικονοστάσι, το οποίο ήταν εκεί μέχρι πριν από κάποια χρόνια.
Είναι αλήθεια ότι έχετε γνωρίσει τον γέροντα Παΐσιο;
Εχω γνωρίσει αρκετούς αγίους της εποχής μας, όπως ο γέροντας Παΐσιος, ο όσιος Πορφύριος και ο γέροντας Εφραίμ, στην Αριζόνα. Τον γέροντα Παΐσιο τον είχα συναντήσει 15 φορές. Ομως, ό,τι έχει γίνει το κρατώ για μένα, όπως και όσα μου είπε. Δεν τα δημοσιοποιώ.
Με την κρίση πώς τα πάτε;
Είμαι πολιτικοποιημένος, αλλά τα γεγονότα με έκαναν να «ξυπνήσω». Η κρίση θα μας κάνει πιο ώριμους και πιο σοφούς. Πριν από χρόνια έλεγαν ότι θα γίνει μεγάλος σεισμός στη Θεσσαλονίκη, κι ενώ όλοι έφευγαν εγώ πήγα εκεί για συναυλία. Οταν είδε τη λαοθάλασσα ο δήμαρχος της πόλης, μου είπε «γιατί δεν γίνεστε πολιτικός;» κι εγώ του απάντησα: «Γιατί δεν θέλω να λέω ψέματα στον λαό». Για να επανέλθω, όμως, στην κρίση, θα σου πω ότι αυτή η χώρα δεν πεθαίνει ποτέ, είναι από άλλη ράτσα. Είναι ευλογημένος λαός. Ας δούμε πόσες φορές έχει πέσει κάτω και σηκώθηκε.
Και γιατί συμβαίνουν όλα αυτά;
Οταν έχουμε μάθει σε έναν τρόπο ζωής, να θέλουμε δυο τρία χιλιάρικα για να συντηρηθούμε, ξυπνάμε χρεωμένοι. Μας έμαθαν να χαλάμε πολλά, για να μας τα πάρουν στο τέλος όλα και να μας τρελάνουν. Κάποια εποχή ξοδεύαμε περισσότερα απ’ όσα βγάζαμε και τώρα πληρώνουμε τα σπασμένα. Από το 1973 χάλασε το πράγμα. Στο Πέραμα, στις παράγκες, όταν πλέον είχα γίνει γνωστός, κάθε οικογένεια είχε τέσσερα αυτοκίνητα. Κανείς δεν βρέθηκε να πει την αλήθεια. Και όσους τόλμησαν να πουν ότι πάμε στον γκρεμό τούς αφάνισαν.
Και τώρα, έπειτα από τόσα χρόνια, επιστρέφετε με ένα καινούργιο CD…
Ημουν το πιο καλό συμβόλαιο στην ΕΜΙ, μετά τον Στέλιο Καζαντζίδη. Τα άφησα όλα πίσω μου, αλλά τώρα αποφάσισα να εμπιστευτώ τη δισκογραφική εταιρία VMI και τον πρόεδρό της Τόνι Μαρτίνι για ένα νέο CD, το οποίο είναι διπλό. Τραγουδούν εξαίρετοι συνάδελφοί μου, όπως η Ελένη Ροδά, η Λιζέττα Νικολάου, ο Δημήτρης Κοντολάζος, ο Ηλίας Κλωναρίδης, η Πίτσα Παπαδοπούλου, ο Γιώργος Σαλαμπάσης και ο Στέλιος Διονυσίου. Και το άλλο CD, με 16 καινούργια τραγούδια μου, θα λέγεται «Γιώργος Κοινούσης χθες και σήμερα» και θα κυκλοφορήσει το φθινόπωρο.