Προκαλεί το ένα τρίτο όλων των όγκων και η ανακάλυψή του ανοίγει τον δρόμο για νέες θεραπείες.
Επανάσταση στην αντιμετώπιση των πιο θανατηφόρων μορφών καρκίνου πέτυχαν Αμερικανοί επιστήμονες ανακαλύπτοντας τον τρόπο απενεργοποίησης του γονιδίου που προκαλεί το ένα τρίτο όλων των όγκων! Το σημαντικό αυτό βήμα αναμένεται να οδηγήσει σε νέα φάρμακα για την αντιμετώπιση των δυσκολότερων μορφών της νόσου, αλλά και τη δημιουργία θεραπειών με λιγότερες παρενέργειες από τις ήδη υπάρχουσες.
Η ανακάλυψη αφορά ουσιαστικά στο γονίδιο με την ονομασία ras, το οποίο όταν μεταλλάσσεται πυροδοτεί την ανάπτυξη όγκων, τροφοδοτεί την ανάπτυξή τους και τους διατηρεί ζωντανούς. Συγκεκριμένα, Αμερικανοί επιστήμονες κατάφεραν να αναπτύξουν μια χημική ουσία που σκοτώνει τα καρκινικά κύτταρα του πνεύμονα που πυροδοτούνται από αυτό.
Ο ερευνητής Κεβάν Σοκάτ του Howard Hughes Medical Institute του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνιας περιέγραψε το ελαττωματικό αυτό γονίδιο ως «το Εβερεστ των καρκινικών μεταλλάξεων», καθώς τα είδη καρκίνου που προκαλούνται από αυτό έχουν ταχεία εξέλιξη και εξάπλωση, και είναι εξαιρετικά δύσκολα αντιμετωπίσιμα. «Περιλαμβάνουν πολλούς παγκρεατικούς, πνευμονικούς και εντερικούς καρκίνους» εξήγησε χαρακτηριστικά.
Ο Σοκάτ και η ομάδα του πιστεύουν ότι απενεργοποιώντας το ras, το νέο φάρμακο θα σταματήσει την ανάπτυξη των όγκων προκαλώντας την συρρίκνωσή τους. Το σημαντικό είναι ότι δρα μόνο στη μορφή του γονιδίου που προκαλεί καρκίνο, με αποτέλεσμα τα υγιή κύτταρα να παραμένουν ανεπηρέαστα. Το γεγονός αυτό μειώνει τους κινδύνους παρενεργειών, όπως η ναυτία και η απώλεια μαλλιών.
«Το ξεχωριστό με αυτό το φάρμακο είναι ότι επιδρά μόνο σε κύτταρα που φέρουν τη συγκεκριμένη μετάλλαξη. Αυτό το διαφοροποιεί από οποιοδήποτε άλλο καρκινικό φάρμακο γνωρίζουμε» εξηγεί ο Σοκάτ, ο οποίος έχει ιδρύσει ήδη εταιρία για την εμπορική εκμετάλλευση της δουλειάς του. Αν και το νέο αυτό σκεύασμα δρα μόνο εναντίον μιας συγκεκριμένης μετάλλαξης του γονιδίου, ο Σοκάτ πιστεύει ότι είναι πιθανή η ανάπτυξη φαρμάκων που θα δρουν εναντίον και άλλων μορφών.
Οι πρώτες κλινικές δοκιμές αναμένεται να ξεκινήσουν σε τρία χρόνια και σε περίπτωση που αποδειχτούν επιτυχείς, το φάρμακο θα είναι σε θέση να κυκλοφορήσει στην αγορά έως το 2021.
ΠΕΤΡΙΝΑ ΚΑΛΑΜΒΟΚΙΔΗ