Παρασκευή, 19 Απριλίου, 2024

«TV Queens»: Χριστοπούλου στον ρόλο της καθηγήτριας

Τα αστέρια θα περάσουν από το Οpen! Nα και...

«Ο Παράδεισος των κυριών»: Η Αμαλία είναι απογοητευμένη με τον Ντίνο

Στο αποψινό επεισόδιο της σειράς «Ο παράδεισος των κυριών»...

Στο… μικροσκόπιο 20 Ελληνες Influencers που ελέγχονται για παραπλανητικές πρακτικές

Στο μικροσκόπιο των ελεγκτικών μηχανισμών μπαίνουν 20 Ελληνες influencers...

Ο Σκάι καλοβλέπει το τηλεπαιχνίδι «Still Standing» με παρουσιάστρια την Καραβάτου

Τα δημοφιλή τηλεπαιχνίδια δεν πεθαίνουν ποτέ! Από τα χέρια...

Η Μαλβίνα «επιστρέφει» στο γυαλί

Η αυτοβιογραφία της ασυμβίβαστης γυναίκας αποτελεί τη βάση του σεναρίου σειράς που θα αποκαλύπτει καλά κρυμμένα μυστικά της.

Η μοναδική Μαλβίνα «επιστρέφει» στο γυαλί! Η αείμνηστη δημοσιογράφος που έγραψε ιστορία με τα τσιτάτα της -και όχι μόνο- σε εκπομπές και στον Τύπο, θα «πρωταγωνιστεί» μέσα από το σενάριο μιας νέας τηλεοπτικής σειράς, η οποία είναι βασισμένη στο τελευταίο της βιβλίο «Πιο πολύ, πιο πολλοί», που είναι αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα.2559g863g8

Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου η Μαλβίνα Κάραλη «ζωντανεύει» με το γνώριμο, γλαφυρό και συνάμα καυστικό ύφος της τη ζωή μιας ασυμβίβαστης γυναίκας που αναζητούσε τον έρωτα πέρα από τις τετριμμένες σχέσεις και δεν βολεύτηκε με τίποτα και με κανέναν. Αφηγούμενη σε έναν φίλο -τον αναγνώστη- τη ζωή της ηρωίδας της, ξεκινά με τις αναμνήσεις της από την παιδική της ηλικία και τον ερχομό της στην Ελλάδα από το Ισραήλ μαζί με τη μάνα της, που όσο κι αν συγκρούεται μεταξύ της, τη λατρεύει. Κάνει παράλληλες αναδρομές στη δική της ζωή και τη ζωή της μητέρας της. Διάχυτες οι μνήμες από το Ισραήλ, πολλά τα κοινά στοιχεία στον χαρακτήρα τους. Αναφέρεται στην κόρη που αποκτά στην εφηβεία της ως ανύπαντρη μητέρα, στους γάμους της και στους δύο δυνατούς έρωτές της. Ωστόσο η ζωή της υπήρξε μια διαρκής φυγή από τις σχέσεις που δημιουργούσε, είτε επρόκειτο για γάμους, είτε για έρωτες, είτε για εφήμερες σχέσεις.

Η «Εspresso της Κυριακής» παρουσιάζει σήμερα μερικά από τα πιο χαρακτηριστικά αποσπάσματα από το βιβλίο «Πιο πολύ, πιο πολλοί», που κυκλοφόρησε το 2000 από τις εκδόσεις «Αστάρτη» και σύντομα θα μεταφερθεί στη μικρή οθόνη.

«Τη μάνα μου κι αυτή δεν τη χωρούσε ο τόπος. Ομορφη. Δεκαέξι χρόνων με ένα μωρό κατεβαίνει στον Πειραιά. Δύο τσίτινα φουστάνια, ένα μωρό με μυρωδιά σκόρδου. Ολα της τα υπάρχοντα. Ο αξιωματικός του ισραηλινού στρατού, θαμμένος για πάντα. Μπάσταρδο εγώ. Μαμζέρ. Δεν τη χωράει το Ισραήλ. Μια μέρα μπαίνει στο καράβι και εξαφανίζεται. Προορισμός η Αμερική. Κάτι Εβραίοι της Λάρισας -γνωστοί γνωστών- θα μεριμνούσαν για τη βίζα. Ονειρευόμουνα την Αμερική, λουστρινένια όνειρα. Ωραία ρούχα, άντρες, δίχως στολές, δρόμοι δίχως τεθωρακισμένα. Φτάνει στο λιμάνι του Πειραιά. Πού την είδε ο συμβολαιογράφος, πώς έγινε και συναντήθηκαν, τι της είπε, τι απάντησε με τα σπασμένα αγγλικά της, πώς τα κατάφερε, μέσα σε δύο ώρες την είχε πάει στο ξενοδοχείο. Ετοιμη αυτή για όλα. Και όμως. Ούτε που την άγγιξε. Καθόταν απέναντί της και την κοίταζε. Πενηνταπενηντάρης. Ανύπαντρος. Είδε η μάνα μου το ακριβό κοστούμι, είδε τη λιμουζίνα. Παρατήρησε τα λιμαρισμένα νύχια του και την αβρότητα των τρόπων του. Οσμίστηκε την αφέλειά του, πάει μετά η Αμερική. Την ξέχασε. “Θα με παντρευτείς, αλλιώς φεύγω” του λέει την πέμπτη μέρα. Την πάει αυτός κατευθείαν σπίτι του. Μετά η γιαγιά στο κεφαλόσκαλο. Γάμος και η γιαγιά στο γαμήλιο τραπέζι σερβίρει ψαρόσουπα. Νεκρόδειπνο…»

«Χειμώνες στη μάνα, καλοκαίρια στη γιαγιά. Δυσκολεμένοι χειμώνες. Δυσκολεμένα καλοκαίρια. Με το που έφτανα στη γιαγιά, αμέσως να μου ψάξει τη βαλίτσα. Μου διάλεγε τα πιο φαγωμένα εσώρουχα, τις πιο ξεχειλωμένες κάλτσες. Εκανε μία έτσι με το χέρι και τα μισοέσκιζε. “Αυτά θα βάλεις, μικρή μου”. Μετά με έπαιρνε και πηγαίναμε στου Ανδρεάδη. Με πέταγε πίσω από το παραβάν. “Γδύσου”. Φώναζε στις πωλήτριες. Εγώ γυμνή και να κρύβομαι. “Κοιτάτε πώς μου το έστειλε και φέτος η μάνα του. Νοικοκυρά… Ντύστε το”. Ελβετικά εσώρουχα με δαντελίτσες. Οχι για μένα, για τη μάνα μου. Εγγλέζικα φορεματάκια με κεράσια πάνω στις σφηκοφωλιές… Για τη μάνα μου. Να της μπει στο μάτι…»552h985k9

«Αλλος τρόπος, πιο εύκολος από τον Πέτρο δεν υπήρχε. Τριανταπεντάρης. Δεν ξέρω αν ήταν πατέρας. Μπορεί. Ηταν όμως ο πιο ενδοτικός. Καλός, ήσυχος ο Πέτρος. Νόστιμος. “Είμαι έγκυος” του λέω. “Εγώ” μου λέει. Παίρνω μια βαλίτσα. Νύχτα και φεύγω από το σπίτι της γιαγιάς, εξαφανίζομαι. Πιάνουμε ένα σπίτι πάνω από τη θάλασσα με τον Πέτρο. Το πρωί στη δουλειά, χημικός μηχανικός ήταν. Μετά, όλα ο Πέτρος. Φαγητό, να ετοιμάσει ο Πέτρος. Τα σκουπίδια, ο Πέτρος. Ολα μου τα κέφια, ο Πέτρος. Δεν τον αγαπούσαν και ήμουν ήσυχη. Επτά μήνες, φίλε, ότι ήθελα. Ξάπλα. Διάβασμα. Και ο Πέτρος να χρηματοδοτεί τους πνευματικούς μου γάμους. Ετσι έλεγε. Νόμιζε πως είχε χιούμορ. Γλυκός, πάντως, άνθρωπος. Πέντε βιβλία την ημέρα, φίλε, μου έφερνε. Τον Επίκουρο, αυτός. Τρόμαξε να τον βρει. Τον Λεκατσά, αυτός. Τον Ραμπελέ. Τον Στερν. Πολλούς ο Πέτρος. Μια μέρα ξυπνάω καλά. Μου μπαίνει η ιδέα να νοικοκυρέψω το σπίτι. Παραγγέλνω ένα φορτηγό με βότσαλα και άμμο. Στρώνω το πάτωμα με βότσαλα. Βότσαλα στην κουζίνα και στο μπάνιο. Αμμος παντού να φυσάει και να σηκώνεται. Βάζω στη μέση του δωματίου το μπρούντζινο κρεβάτι. Με ουρανό. Λευκές γάζες και τις κάνω πανιά. Ερχεται ο Πέτρος το απόγευμα. Παντού βρεγμένα βότσαλα, η άμμος να σηκώνεται, στη μέση το κρεβάτι. Ανοιχτό παράθυρο στροβιλίζει τις γάζες μου. Ούριος άνεμος και ξαπλωμένη ταξιδεύω. Ο καημένος… Λέξη δεν είπε. Τα γυμνά πόδια του γδέρνονταν στα βότσαλα. Δεν είπε λέξη…»

«O γάμος: μια μικρή επιχείρηση ανάμεσα σε δύο συνεργάσιμους συνεταίρους. Αν αρχίσει να διαλύεται, απλώς την επιδιορθώνουμε. Δεν τον παντρεύτηκα, φίλε, αλλά και πάλι σαν γαμπρός ήτανε. Στο ίδιο σπίτι εμείς οι δύο. Σιαμαίοι. Βαμβακερά νυχτικά και σοσόνια το βράδυ στο κρεβάτι. Μετά νοστάλγησα τον επόμενο άντρα. Ερωτικά μεσημέρια με κάποιον άλλον. Απόσβεση στα καινούργια ρούχα. Μη μου ζητήσεις ποτέ γάμους. Ούτε σχέση σαν τους γάμους των ανθρώπων. Οχι πολλές κλειδωμένες πόρτες. Εμείς, όλες τις πόρτες ξεκλείδωτες. Ετσι που όποιος νεοφερμένος έρθει να μη χρειαστεί να εισβάλει. Το αγόρι, για παράδειγμα. Μας κοιτάζει. Μας θέλει και τους δύο. Λίγο έτσι να κάναμε, μία μπίρα, δύο μπίρες και θα βρισκόμαστε οι τρεις μας σε μονή κουκέτα…» 

Αγόρια, αλκοόλ, περούκες

«Το οικοτροφείο δεν με κράταγε. Εψαξα, σκέφτηκα, βρήκα άκρη. Ενα πεντακοσάρικο στον επιστάτη και η πόρτα κάθε βράδυ μισάνοιχτη. Εξω. Σινεμά. Σκυλάδικα. Νυχτερινό κέντρο “Το καραβάνι”. Τραγούδι παραγγελιά “Θα αλλάξω ιστορία και κεφάλαιο, θα φύγω από σένα και από το Αιγάλεω”. Βόλτες στις παραλίες. Αγόρια και αλκοόλ. Παντού πήγα. Με είχε πιάσει τότε μια μανία με τις περούκες. Ο,τι λεφτά μου έδιναν πήγαινα και τα έκανα περούκες. Αλλη περούκα, άλλο όνομα. Αννα. Λέα. Βικτωρία. Βαρβάρα. Μελαχρινή καρέ περούκα: Γιώργος. Καστανή με φράντζα: Αρης, Δημήτρης 1, Δημήτρης 2. Κοκκινομάλλα με μπουκλάκια: Θοδωρής, Σταύρος, Πέτρος, Απόστολος, Γιάννης. Θραύση η κόκκινη περούκα…» 855h96tf748

Οι δύο άντρες και η εξομολόγηση

«Στον δεύτερο άντρα μου του είπα όλα μου τα μυστικά, με το καλημέρα. Δεν του έκρυψα ούτε την ηλικία μου. Στον πρώτο άντρα, σαν κάτι να με κρατούσε, δεν ήθελα να αποκαλύψω τίποτα δικό μου. Κάποια στιγμή βρέθηκα σε αδυναμία, είπα να του μιλήσω. Για την ιστορία της Σίσι. Διάτρητο το μυστικό μου, την άλλη μέρα. “Γιατί τα είπε;” ρώτησα. “Γιατί ήμουν περήφανος για σένα” απάντησε. Οταν έφυγα, με απειλούσε πως θα αποκαλύψει το μυστικό. Αυτό το μυστικό για το οποίο ήταν περήφανος… Η πιο στρογγυλή ώρα του ανθρώπου, η πιο ακριβή: η εξομολόγηση. Γύναιο. Δεν τον μισώ. Απλώς ακόμα αισθάνομαι ναυτία κάθε φορά που τον σκέφτομαι. Αλλά και ευγνωμοσύνη. Χωρίς αυτόν δεν θα μπορούσα να αγαπήσω τον δεύτερο άντρα μου με τον τρόπο που τον αγάπησα…»

«Τα καλά που περίμενα δεν ήρθαν. Με γυρίζει ο άλλος σπίτι μου, ελεύθερη και, αντί να χαρώ, μπαίνω ξανά στην παλιά αρρώστια. Ωρες πάνω από το τηλέφωνο και να περιμένω. Πότε θα τηλεφωνήσει η αγάπη μου. Φίλοι παλιοί που ξαναπαρουσιάστηκαν να με καλούν. Τίποτα εγώ. Χίλιοι άνθρωποι μέσα στο μπαρ και είναι άδειο. Κανένας. Μπαίνει ο έρωτάς σου, τότε μόνο χίλιοι ένας. Οι χίλιοι, απλώς κομπάρσοι. Λείπει αυτός που αγαπώ, τίποτα δεν έχει νόημα. Εχω μάθει να ζω, βλέπεις, μέσω του ερωτικού μου παραλήπτη. Τα καλά δεν ήρθαν κι έτσι κι εγώ εξαφανίστηκα…» 

Τι λέει η εκδότρια 

«Εχουν περάσει δέκα και πλέον χρόνια από τον θάνατο της Μαλβίνας και θα πρέπει να πω ότι όλα αυτά τα χρόνια η απουσία της είναι πολύ έντονη σε πολύ κόσμο» λέει η εκδότρια της Αστάρτης, Εφη Βασιλάκου μιλώντας στην «Espressο της Κυριακής» και προσθέτει: «Εγώ προσωπικά, που γνώριζα πολύ καλά τη Μαλβίνα, είχα πάντα στον νου μου να κάνω κάτι για να ακουστεί και πάλι το όνομά της και προπάντων οι παλιότεροι να θυμηθούν την τόσο ιδιαίτερη παρουσία της και οι νεότεροι να μάθουν πράγματα για εκείνη από πρώτο χέρι».

ΑΛΚΙΝΟΟΣ ΜΠΟΥΝΙΑΣ

{{-PCOUNT-}}17{{-PCOUNT-}}

Ακολουθήστε την Espresso στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Στο σφυρί η «Κόμισσα» του Γεωργούλη που φωνάζει για την αθωότητά του

Αντιμέτωπη με το… σφυρί βρίσκεται δεύτερη φορά σε διάστημα...

Το Open είναι… ανοιχτό για τους «Παγιδευμένους»

To Open θέλει τον δημοφιλή ηθοποιό Μιχάλη Λεβεντογιάννη στους κόλπους...

Νίκος Αποστολόπουλος: «Η Φαίη Σκορδά είναι σαν τους αναστενάρηδες, λες και περπατάει σε αναμμένα κάρβουνα»

Ο Νίκος Αποστολόπουλος παραχώρησε μια συνέντευξη στην εκπομπή «Mega...