Δήλωνε μουσικός, έπαιζε μπουζούκι και ανέβαζε βίντεο στα social media, ενώ έκανε γυμναστική λίγες ώρες προτού σκοτώσει τη μητέρα του και εκτυλιχθούν σκηνές «Ψυχώ» επί 14 ώρες μέχρι τη σύλληψη του 21χρονου μητροκτόνου. Κυνικός και απαθής, άφησε το πτώμα της μητέρας του στην κουζίνα και έβγαλε βόλτα τα σκυλιά το απόγευμα της περασμένης Δευτέρας, σαν να μην είχε συμβεί τίποτα, όπως περιέγραψε γείτονας που τον είδε.
Ο καθ’ ομολογίαν δολοφόνος διηγήθηκε με απόλυτη ψυχραιμία στην προανακριτική του απολογία στους αστυνομικούς γιατί δολοφόνησε τη μητέρα του στις 5 το πρωί της περασμένης Δευτέρας. «Εξαιτίας του αλκοόλ που είχα καταναλώσει, καθώς και ενός τσιγάρου κάνναβης το οποίο προηγουμένως είχα καπνίσει το μυαλό μου θόλωσε, άρπαξα ένα μαχαίρι, με πορτοκαλί λαβή, από την κουζίνα, και με αυτό χτύπησα τη μητέρα μου στα πλευρά και στην κοιλιά της, ενόσω αυτή στεκόταν στον διάδρομο (μικρό χολ) της οικίας μας. Δεν το είχα σχεδιάσει. Λίγο μετά άρχισα να καθαρίζω το σπίτι από τα αίματα με μία σφουγγαρίστρα» ανέφερε.
Στη συνέχεια περιέγραψε τι έκανε για να καθαρίσει το σπίτι και να εξαφανίσει το μαχαίρι με το οποίο σκότωσε τη μητέρα του. «Τύλιξα το πτώμα της με ένα πάπλωμα και απέξω με μία κουβέρτα. Δεν πίστευα το τι είχα κάνει. Βγήκα από το σπίτι το μεσημέρι και έπειτα από λίγο επέστρεψα. Σε δύο σακούλες σκουπιδιών έβαλα κάποια πράγματα που είχαν σχέση με τον φόνο όπως το μαχαίρι, αφού πρώτα το είχα καθαρίσει από τα αίματα, τη σφουγγαρίστρα, το κινητό τηλέφωνο της μητέρας μου, διάφορα προσωπικά της αντικείμενα και τα πέταξα σε κάδο επί της οδού Καραϊσκάκη, κοντά στο σπίτι μας».
Για την εμπλοκή του 23χρονου ξαδέλφου του, τον οποίο κάλεσε στο σπίτι για καφέ και στη συνέχεια δήθεν για να μεταφέρουν μπάζα, ανέφερε: «Μόλις μπήκαμε στο σπίτι είδε το πτώμα της μητέρας μου τυλιγμένο, στον διάδρομο. Του πρότεινα να με βοηθήσει να βγάλουμε το πτώμα έξω από το σπίτι και να το αφήσουμε κάπου έξω». Και καταλήγει μετανιωμένος: «Ο Ανδρέας δεν είχε καμία σχέση με τον φόνο. Μόνος μου το έκανα. Απλά του ζήτησα και με βοήθησε να βγάλουμε το πτώμα από το σπίτι. Εχω μετανιώσει και ζητάω συγγνώμη. Δεν είμαι κακός άνθρωπος».
Αξίζει να σημειωθεί πως μία εβδομάδα πριν από το Πάσχα ο 21χρονος είχε πάει στη Ζάκυνθο και είχε μείνει στο μοναστήρι όπου είναι αρχιμανδρίτης ο θείος και πνευματικός του. Οπως ανέφερε σε δηλώσεις του ο αρχιμανδρίτης, έμεινε στο μοναστήρι μια εβδομάδα και στη συνέχεια ο ανιψιός του έφυγε, καθώς θα πήγαινε να εργαστεί σε ξενοδοχείο στη Σκιάθο. Η μακαρίτισσα η μητέρα του δεν τον είχε ενημερώσει για κάποιο πρόβλημα, πέρα από τις οικονομικές δυσκολίες που αντιμετώπιζε, καθώς η ίδια εργαζόταν ως καθαρίστρια και ο γιος της ήταν άνεργος. Συνήγορος υπεράσπισής του ανέλαβε ο δικηγόρος Ανδρέας Θεοδωρόπουλος, ο οποίος δήλωσε χθες πως θα ζητήσει από τον ανακριτή να διενεργηθεί ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη στον εντολέα του.
Σύμφωνα με τον κ. Θεοδωρόπουλο, ο 21χρονος έχει μετανιώσει για την πράξη που έχει κάνει. «Είχε μένος εξαιτίας της διάστασης των γονέων του. Μέχρι τα 18 μεγάλωσε με τον πατέρα του, είχε αγάπη, αλλά και μίσος. Δεν είναι χρήστης. Το τσιγαριλίκι (σ.σ.: υπό την επήρεια του οποίου σκότωσε τη μητέρα του) δεν σημαίνει ότι είναι μόνιμος χρήστης» ανέφερε ο συνήγορος υπεράσπισής του.
Ο παπα-Λάμπρος κήδεψε δύο κόρες σε δύο χρόνια
Το τελευταίο «αντίο» είπαν χθες το μεσημέρι ο πατέρας, η κόρη, συγγενείς και φίλοι στην 52χρονη Λουίζα Ρίνη που έπεσε θύμα άγριας δολοφονίας από τον ίδιο της τον γιο. Η κηδεία έγινε στον Ιερό Ναό Αναστάσεως του Λαζάρου, στα Νέα Κοιμητήρια Λάρισας. Η κόρη της και ετεροθαλής αδελφή του μητροκτόνου ξέσπασε σε λυγμούς. Τραγική φιγούρα και ο ιερέας πατέρας της 52χρονης, παππούς του δράστη, ο οποίος κήδεψε δύο κόρες του μέσα σε διάστημα δύο ετών.
«Τι να πω, σε δύο χρόνια και κάνεις δύο κηδείες τα παιδιά σου… Δεν έχω κουράγιο να πω τίποτα» ανέφερε. «Θα αποχαιρετήσω την κόρη μου και αν μπορέσω σήμερα θα πάω να δω και τον εγγονό μου και να τον ρωτήσω “γιατί το έκανες αυτό;”» ανέφερε με ραγισμένη φωνή ο παππούς του 21χρονου. Ερωτηθείς γιατί τσακώνονταν μητέρα και γιος, ο ιερέας ανέφερε: «Μάλωναν για τα οικονομικά. Γιατί δεν καθόταν σε μια δουλειά. Πήγαινε και έφευγε. Δεν μπορούσε η μάνα να του δίνει συνέχεια λεφτά». Σε ερώτηση για το πώς ο εγγονός του έφτασε στο έγκλημα, ο παπα-Λάμπρος απάντησε: «Παιδί χωρισμένων γονέων, τι περιμένατε; Ο πατέρας του κανένα ενδιαφέρον για το παιδί. Η μάνα, πόσο να αντέξει κι αυτή…»