Γερμανικό δικαστήριο αποφάσισε την επιστροφή μνημείων που είχε αρπάξει ο Τούρκος αρχαιοκάπηλος Αϊντίν Ντικμέν.
Μια ιστορική απόφαση σε σχέση με τη λεηλασία που υπέστησαν θρησκευτικά και αρχαιολογικά μνημεία της Κύπρου από τον «Αττίλα» εκδόθηκε από γερμανικό δικαστήριο. Το Εφετείο του Μονάχου διέταξε την επιστροφή 173 εκκλησιαστικών κειμηλίων που είχε αφαιρέσει παράνομα από ναούς και μοναστήρια στα Κατεχόμενα ο Τούρκος αρχαιοκάπηλος Αϊντίν Ντικμέν. Ο επαναπατρισμός των κειμηλίων αποφασίστηκε από το δικαστήριο ύστερα από τη γνωμοδότηση του Γερμανού καθηγητή Βυζαντινολογίας Γιοχάνες Ντέκερ, που απέδειξε ότι τα εν λόγω αντικείμενα αποτελούν έργο Κύπριων αγιογράφων. Πρόκειται για ψηφιδωτά του 6ου αιώνα, βυζαντινές τοιχογραφίες των 12ου, 14ου και 15ου αιώνα, βυζαντινές και μεταβυζαντινές εικόνες, χειρόγραφα και άλλα αντικείμενα, που προέρχονται από τουλάχιστον πενήντα μνημεία των Κατεχομένων. Ανάμεσά τους είναι το περίφημο ψηφιδωτό του Αποστόλου Θωμά από την Κανακαριά, αγιογραφίες από την Παναγία την Αψινθιώτισσα και τοιχογραφίες από την Παναγία Περγαμιώτισσα. Επίσης, με βάση την απόφαση του Εφετείου, ο Ντικμέν οφείλει να επιστρέψει στην Εκκλησία της Κύπρου περίπου 90.000 ευρώ, τα οποία είχαν εντοπιστεί και κατασχεθεί μαζί με τα κειμήλια στο διαμέρισμά του στο Μόναχο από την αστυνομία της Βαυαρίας το 1997.
Πάντως το σύνολο των αντικειμένων που είχαν βρεθεί στην κατοχή του Αϊντίν Ντικμέν ανέρχονται σε 233. Τα εξήντα από αυτά θα παραμείνουν ακόμη στη Γερμανία, καθώς τα περισσότερα είναι αρχαιότητες, για τις οποίες ο Γερμανός καθηγητής δεν μπορούσε να γνωματεύσει, ενώ για κάποιες εικόνες δεν αποφάνθηκε με βεβαιότητα για την προέλευσή τους. Αυτό που έχει επίσης σημασία είναι το σκεπτικό πίσω από την απόφαση του Εφετείου. Σύμφωνα το γερμανικό περιοδικό «Der Spiegel», το δικαστήριο κλήθηκε να απαντήσει στο ερώτημα αν ο κυπριακός νόμος του 1930 σε σχέση με τις αρχαιότητες εφαρμόζεται σήμερα στη «Βόρεια Κύπρο», δηλαδή στο ψευδοκράτος των Κατεχομένων. Η απάντηση υπήρξε καταφατική, δηλαδή το Εφετείο του Μονάχου δέχεται ότι η αυτοαποκαλούμενη «Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου» δεν έχει νομική υπόσταση, η Κυπριακή Δημοκρατία αποτελεί ενιαίο κράτος και γι’ αυτό πρέπει να εφαρμοστεί χωρίς περιορισμούς η νομοθεσία του 1930.